Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2009

Όταν ο νους μας ταξιδεύει......

Εφτά το απόγευμα. Το τζάκι να σιγοκαίει. Η μυρωδιά του και τα σιγανά κριτς κρίτς να σε αποκοιμίζουν. Έχεις κάνει πέρα το καλό βιβλίο που πήρες να διαβάσεις Κυριακή απόγευμα. Αφήνεσαι στην θαλπωρή του σπιτιού σου. Και τότε, σαν κάποιος να έβαλε μπρός κάτι μαγικό, μια εκπληκτική μελωδία ξεχύνεται στο δωμάτιο. Μια μελωδία που δεν είναι απλώς ωραία, είναι μαγευτική. Σου χαϊδεύει τα αυτιά και σε κάνει να λες, αυτό είναι μουσική. Ο χαρακτηριστικός ήχος της κιθάρας, ξεφεύγει από τις χορδές του και έρχεται δίπλα στα αυτιά σου. Αρχίζει να χορεύει, λίγο λίγο στην αρχή, μαγεύοντας σε. Αρχίζεις να χάνεις την αίσθηση της πραγματικότητας. Η μυρωδιά του ξύλου που καίγεται, η ζέστη του σπιτιού και η μαγευτική μελωδία, σε νανουρίζουν. Σύντομα η μελωδία που πριν χόρευε στα μάτια σου μπροστά, τώρα μπαίνει στο μυαλό σου και αρχίζει να ταξιδεύει μαζί σου.

Πετάτε πάνω από τους ουρανούς. Αυτό το συμπαθητικό πλασματάκι, σου κρατάει το χέρι και σε καθησυχάζει ότι δεν θα πέσεις. Περνάτε πάνω από διάφορες πόλεις. Η μία, σε αποχαυνώνει με τις μαγικές τις μυρωδιές, τις καραμαλένιες. Η δεύτερη, σε εκθαμβώνει, καθώς είναι η πόλη της διασκέδασης. Εκατοντάδες λούνα πάρκ, φωνές παιδιών, μεγάλων, ακόμα και εφήβων που αποφασίζουν να ξεφύγουν από την δική τους πραγματικότητα. Η τρίτη πόλη, σε κάνει να τρελαίνεσαι. Η μελωδία, κάνει κάθετη εφόρμηση παρασέρνοντάς σε. Διακρίνεις τους καπνούς των φουγάρων. Η μεθυστική μυρωδιά της σοκολάτας σε κατακλύζει. Ο αέρας μαστιγώνει το πρόσωπό σου καθώς πλησιάζετε στην Σοκολατούπολη. Η προσγείωση είναι ομαλή. Βρίσκεστε μπροστά από το μεγαλύτερο εργοστάσιο σοκολάτας, της πόλης εκείνης. Κάθε επισκέπτης είναι ευπρόσδεκτος. Η μελωδία σε προειδοποιεί. "Δεν θα κάτσουμε για πολύ". Δε σε νοιάζει και τόσο. Μπαίνετε στο εργοστάσιο. Είναι μαγευτικό. Παντού κυριαρχεί η μυρωδιά της σοκολάτας. Όμως στο βάθος της διακρίνεις πάνω από εκατό άλλες μυρωδιές. Καραμέλα, δαμάσκηνο, κεράσι, φράουλα, μπανάνα, ροδάκινο, και ότι άλλο μπορεί να βάλει ο ανθρώπινος νους και ακόμα περισσότερα!!!!
Αρκετά γυρίσατε. Λέει η μελωδία. Ώρα να συνεχίσουμε το ταξίδι μας. Άλλες δύο πόλεις θα επισκεφτούμε. Λέει. Ξεκινάτε. Αποχαιρετάς την Σοκολατούπολη με μια μελαγχολία στα μάτια. Αφήνεις σε αυτή τη μαγευτική πόλη, ένα δάκρυ σου, γεμάτο στεναχώρια που φεύγεις, αλλά με την ελπίδα ότι θα ξαναεπιστρέψεις.

Αυτή τη φορά ταξιδεύετε πάνω σε ένα σύννεφο. Καλύτερα. Έτσι έχεις περισσότερο χρόνο να χαζέψεις τις πόλεις που προσπερνάτε. Η τέταρτη πόλη, είναι η πόλη των αθλημάτων. Εκεί όπου το αθλητικό ιδεώδες, κυριαρχεί. Κανείς δεν χλευάζει τον χαμένο, κανείς δεν βρίζει που έχασε. Ο νικητής συγχαίρει το χαμένο και ο χαμένος επιδοκιμάζει τον νικητή. Τα παιχνίδια είναι πάντοτε φιλικά. Να μια πόλη που θα ήθελες να επισκεφτείς. Όλα τα αθλήματα, ακόμα και αυτά που έχουν εμφανιστεί μόνο σε ταινίες, ζουν, υπάρχουν εκεί και βασιλεύουν. Εκεί βασιλεύει το αθλητικό ιδεώδες, το αθλητικό πνεύμα, εκείνο που ήταν ζωντανό στην εποχή των αρχαίων ελλήνων. Που τότε κανείς δεν τόλμαγε να φερθεί άγρια επειδή έχασε. Και όποιος το έκανε, δεν ήταν άξιος να αθληθεί. Η μελωδία όμως, προσπερνάει την πόλη αυτή. Στεναχωριέσαι. Όμως ποιος ξέρει; Μπορεί η επόμενη πόλη να είναι καλύτερη.

Πέμπτη πόλη. Η Βιβλιούπολη. Ακούς από μακριά το χριτς χρατς. Το φρους φρους. Μολύβια, πένες που ξύνουν λευκές σελίδες. Φύλλα πολυκαιρισμένων βιβλίων που ξεφυλλίζονται. Άνθρωποι λόγιοι, πρόθυμοι να σου λύσουν κάθε απορία σου. Εκεί αποφασίζει η μελωδία να προσγειωθεί. Δεν σου καλοπέφτει. Λες, δε βαριέσαι, από το τίποτα, κάτι είναι και αυτό. Η στάση σας, γίνεται σε μια βιβλιοθήκη. Μπαίνεις μέσα και σοκάρεσαι. Ντάξει δεν είχες και τρέλα με τα βιβλία, παρόλα ταύτα τα πήγαινες. Ομως αυτό που αντικρίζεις τώρα, σε κάνει να ανατριχιάζεις. Τι ήρθα να κάνω εγώ εδώ; Μονολογείς. Η μελωδία σε τραβάει κοντά σε μια μικρή βιβλιοθήκη. Βουβά, σε παρακινά να χαζέψεις τα βιβλία. Να ρίξεις μια ματιά. Να βρεις κάτι που σε ενδιαφέρει. Με βαριά καρδιά λες ναι. Η μελωδία αποσύρεται σιγά σιγά. Περνάει η ώρα. Εσύ αποροφάσαι και ξεχνιέσαι. Κάποια στιγμή νιώθεις κάποιον να σε σκουντα. Γυρνάς τρομαγμένος/η και αντικρύζεις την μελωδία. Τόσο γρήγορα ήρθες; Της λες. Μια ώρα πέρασε σου λέει. Παγώνεις. Αποκλείεται. Εμένα δε μου φάνηκε ούτε ένα τέταρτο. Κι όμως. Λέει η μελωδία. Βρήκες τίποτα; Ρωτάει. Ναι! Απαντάς. Τόσα πολλά που δεν ξέρω τι να πρωτοπάρω. Δεν το είχα καταλάβει, όμως μου αρέσουν τα βιβλία. Χαμογελάει. Σε τραβάει. Αρχίζεις να παραπονιέσαι, δεν μπορείς να παρεις τα βιβλία μαζί σου. Δεν υπάρχουν στον κανονικό κόσμο. Υπάρχουν. Λέει η μελωδία. Υπάρχουν. Πρέπει όμως να τα ψάξεις. Να πεις πού τα βρήκες στα κατάλληλα άτομα. Το συννεφάκι σας περιμένει. Το ταξίδι συνεχίζεται.

Τώρα περνάτε πάνω από μια περίεργη πόλη. Χρηματούπολη λέει η ταμπέλα. Εδώ ο κόσμος είναι τελείως ασυνήθιστος. Όλοι τρέχουν σα δαιμονισμένοι, κοιτώντας τα ρολόγια τους, μιλώντας στο κινητό, λέγοντας ασυναρτησίες στους νεαρούς που τους ακολουθούν σα τα σκυλιά. Ώρες ησυχίας εδώ δεν έχουν. Κοιμούνται ίσα ίσα για να ανακτήσουν δυνάμεις και ύστερα βουρ στη δουλειά. Γιατί αν κοιμηθούν πολύ, χάνουν χρόνο από τις δουλειές τους, άρα χάνουν λεφτά. Το Χρημαστιστήριο είναι το μόνο τους χόμπι. Ο τόπος χαλάρωσής τους. Μια πόλη που επικρατεί η αξία του δολλαρίου, η αντιστοιχία του ευρώ και οι λίρες. Προσπερνάς την πολή με χαρά. Δε θα θελες να ζεις εκεί. Όσο φιλάργυρος και να σαι, η πόλη του άγχους δε σε ευχαριστεί. Η Χρηματούπολη λέγεται και Αγχούπολη.
Το διαβάζεις στην ταμπέλα καθώς βγαίνετε από την πόλη. Ευτυχώς δεν προσγειωθήκατε εδώ.

Η προτελευταία πόλη. Ανακοινώνει η μελωδία. Η Ρομποτούπολη. Ένας κόσμος φτιαγμένος για ρομπότ. Ένας κόσμος φτιαγμένος από ρομπότ. Ένας ρομποτόκοσμος λοιπόν. Οι κάτοικοι μοιάζουν με ανθρώπους. Πάνε καθε μέρα στις δουλειές τους, κάνουν οικογένεια, διασκεδάζουν, σπουδάζουν, γερνάνε και πάνε για διάλυση. Μια πόλη, που κυριαρχεί το κέφι, η δουλειά, η στεναχώρια, το χρήμα, η αγάπη και όλα όσα μπορούν να κάνουν και οι άνθρωποι. Μόνο που τα ρομπότ το κάνουν με το δικό τους τρόπο. Μια πόλη που αξίζει να επισκεφτείς. Να γνωρίσεις τους κατοίκους της, να δεις την καθημερινότητά τους, τα προβλήματά τους αλλά και τους τρόπους διασκέδασής τους. Όμως η μελωδία δε σε αφήνει. Σου υπόσχεται όμως, ότι μια μέρα θα ξαναγυρίσετε. Και θα επισκεφτείτε ότι δεν επισκεφτηκατε σήμερα.

Τελευταία πόλη. Εκεί όπου γίνεται και η τελευταία σας στάση. Η ταμπέλα αιωρείται στον ουρανό, συνοδευμένη από μια απαλή μελωδία. Με όμορφα κυματιστά, χαρούμενα γράμματα λέει: Μουσικούπολη. Η πόλη κάθε μουσικόφιλου. Ουάο! Λέτε. Να και μια πόλη που όλοι θα ήθελαν να επισκεφτούν. Μηδενός εξαιρουμένου. Καλά μπορεί οι χρηματιστές να μην ήθελαν. Μπορεί και ναι. Ποιος ξέρει; Τέλος πάντων. Προσγειώνεστε με την συνοδεία μιας κεφάτης μουσικής. Οι κάτοικοι, σας υποδέχονται με χαρά. Όμως, κάτι δεν πάει καλά. Α! ναι! Ξέχασα! Μα δεν είναι κανονικοί άνθρωποι!!! Είναι πλάσματα που αποτελούνται από νότες, μουσικά όργανα και ότι άλλο μπορεί να βάλει ο ανθρώπινος νους! Και ακόμα παραπέρα! Παρτιτούρες, νότες, μουσικά όργανα, μπαγκέτες, οτιδήποτε! Η μελωδία ανακοινώνει: Θα μείνουμε εδώ μισή ώρα. Προλαβαίνεις να περιηγηθείς στην πόλη. Λίγος χρόνος. Αλλά είναι αρκετός για να απολαύσεις τα αξιοθέατα. Ξεκινάς το περπάτημα. Κάποιοι κάτοικοι σε ακολουθούν εκτελώντας χρέη ξεναγών. Μέσα στο κέφι, γυρνάς την πόλη. Συναντάς τον Κλασσικό Πύργο, όπου η κλασσική μουσική κορυφώνεται και αναπτύσσεται με τους καλλιτέχνες της σε έκσταση. Λένε οι ξεναγοί πώς εκεί πάνω βρίσκεται ο Μπετόβεν, ο Μότσαρτ και όλοι οι κλασσικοί καλλιτέχνες! Δε θα τους συναντήσεις όμως σήμερα. Προχωράς. Το Λιμάνι του Έρωτα. Ααα...Εδώ, γονδόλες, ιστιοφόρα, γιωτς, και οτιδήποτε μπορεί να μετατραπεί σε ρομαντικό σκάφος, βρίσκεται εδώ, για όλους τους ερωτευμένους που έμειναν στην ιστορία. Για όλα τα ιστορικά αγαπημένα ζευγάρια. Με μουσική απαλή, ερωτική να ακούγεται. Ααα....τη ομορφιά. Παρακάτω, Το Πάρκο της Μελαγχολίας. Ένα πάρκο με κούνιες, με λίμνη, με γέφυρα, με ένα μικρό σπιτάκι, ένας χώρος κατάλληλος για μελαγχολία. Όλα τα μελαγχολικά τραγούδια εδώ ακούγονται. Είτε μιλάνε για έναν έρωτα που ποτέ δεν ικανοποιήθηκε, είτε μιλάνε για μια σπασμένη αγάπη, είτε μιλάνε για όποιαδήποτε άλλη μορφή μελαγχολίας, εδώ ακούγονται. Εδώ μαζεύτονται όλοι όσοι έφυγαν από τη ζωή τους χωρίς να έχουν εκπληρώσει κάτι, που έφυγαν μελαγχολικοί, που έφυγαν σπασμένοι. Τρία αξιοθέατα μένουν μόνο. Λάθος τέσσερα. Το επόμενο είναι ο χώρος της μετέπειτα μουσικής. Ροκ Στέιτζ. Ροκ. Όλοι οι τύποι ροκ εδώ ακούγονται. Εδώ κυβερνάνε κυρίως οι Μπιτλς καθώς αυτοί άνοιξαν τον δρόμο αλλά πολλά ακόμα συγκροτήματα που διαλυθηκαν εδώ βρίσκονται. Και υπάρχουν θέσεις και για κάθε ροκ συγκρότημα που ακόμα ζει στον κόσμο μας. Σειρά έχει η Ταράτσα των Σκληρών. Εδώ μαζεύονται όλοι οι μεταλλάδες. Συγκροτήματα, λάτρεις, όλα. Περνάτε από το τελευταίο μόνιμο αξιοθέατο της πόλης. Το Παλαιό Πάρκο. Εδώ μαζεύονται όλες οι μουσικές πριν την κλασσική. Η αρχαία ελληνική, η ινδική, η μεσαιωνική, όλες!!! Πας να μπεις στο Πάρκο. Όμως φωνές σου αποσπάνε την προσοχή. Στρέφεσαι προς την πηγή τους. Ώστε αυτό είναι το τελευταίο αξιοθέατο. "Είναι το Μουσικό Πανυγήρι" λέει ένας συνοδός. "Γίνεται κάθε τέσσερα χρόνια". Λέει ένας άλλος. Πλησιάζετε. Πωπω.....όλοι, μηδενός εξαιρουμένου, ξεφαντώνουν με απίστευτους ρυθμούς. Όλων των ειδών οι μουσικές ακούγονται. Χαίρεται η καρδιά σου μόνο που το χαζεύεις. "Είναι η ώρα" ανακοινώνει ο πρώτος συνοδός. "Καιρός να φύγεις". Λέει και ο δεύτερος. Όχι, σκέφτεσαι εσύ. Η μελωδία πλησιάζει. Σε τραβάει στο σύννεφο. Απομακρύνεσαι φωνάζοντας δε θα σας ξεχάσω ποτέ! "Μην ανησυχείς, θα ξαναεπιστρέψεις!". Φωνάζει μια μαμά. Απορείς. Δεν έχει πια σημασία. Βρίσκεσαι στο σύννεφο και αυτό αρχίζει να τρέχει με ιλλιγιώδη ταχύτητα. Ίσα που προλαβαίνεις να κρατηθείς. Καθώς ταξιδεύετε απορίες σχηματίζονται στο μυαλό σου. Δεν προλαβαίνεις να τις εκφράσεις. Η μελωδία σε πετάει από το σύννεφο. Όλως παραδόξως δε σου έρχεται να φωνάξεις.

Πέτάγεσαι αλαφιασμένος/η. Βρίσκεσαι στον καναπέ σου. Το βιβλίο είναι πεταμένο παραδίπλα. Το τζάκι κοντέυει να σβήσει. Γυρνάς γύρω σου και αντικρίζεις ένα παιδι. Δεν το έχεις ξαναδεί ποτέ σου. Κρατάει μια κιθάρα αλλά φαίνεται σα να μόλις σταμάτησε να παίζει. Δεν πανικοβάλλεσαι. "Ποιος είσαι;". Ρωτάς. "Δεν έχει σημασία". Απαντάει. "Εσύ με ταξίδεψες;". "Ναι. Στην Ονειροχώρα". "Μμμ....Μπορείς να με ξαναπάς;". "Ναι, αλλά όχι τώρα. Τώρα κουράστηκα". "Καλά. Να ξέρεις όμως πώς είναι πανέμορφα". "Ναι. Είναι ο υποσυνείδητος κόσμος των ανθρώπων. Οι πόλεις αντιπροσωπεύουν τα θέλω των ανθρώπων". "Είναι πανέμορφες. Εκτός της Χρηματούπολης". "Κι αυτή έχει τη μαγεία της. Απλά είναι πιο δύσκολο να την ανακαλύψεις". "Μμμμ....". "Φεύγω τώρα. Μα θα ξανάρθω. Για ένα καλύτερο ταξίδι. Με μεγαλύτερη διάρκεια". "Εντάξει. Μα μη με ξεχάσεις". "Ποτέ".

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Μ' έστειλες κοπέλα μου!!!!!

Αυτοκρατορικός Τζιτζικοπεταλωτής

Έπεα Πυρόεντα